MENU
      Αναγόρευση σε Επίτιμη Διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης της Σχολής Κοινωνικών, Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

      Αναγόρευση σε Επίτιμη Διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης της Σχολής Κοινωνικών, Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης

      Η Πρόεδρος της Δημοκρατίας Κατερίνα Σακελλαροπούλου, σε ειδική τελετή στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, αναγορεύθηκε σε Επίτιμη Διδάκτορα του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης της Σχολής Κοινωνικών, Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών.

       

      Ακολουθεί η αντιφώνηση της κυρίας Σακελλαροπούλου:

      «Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης για την τιμή που μου αποδίδει. Είναι ιδιαίτερη η χαρά και η συγκίνησή μου, καθώς η τιμή αυτή προέρχεται από τον τόπο της καταγωγής μου, για τον οποίο είμαι πάντα υπερήφανη.

      Το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο είναι ένας εμβληματικός θεσμός για τη Θράκη και ένα από τα σημαντικότερα Ανώτατα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα της χώρας. Υπήρξε το πρώτο περιφερειακό πολυεδρικό πανεπιστήμιο στην Ελλάδα, με υψηλή κοινωνική και οικονομική σημασία, πέρα από την πολύπλευρη εκπαιδευτική και ερευνητική του αποστολή. Στο δίκτυο των σχολών του, στην Ξάνθη και την Κομοτηνή αρχικά και στη συνέχεια στην Αλεξανδρούπολη και την Ορεστιάδα, αποτυπώνεται η βούληση της Πολιτείας να αναβαθμίσει το βιοτικό επίπεδο της Θράκης και να προωθήσει, με άξονα την εκπαίδευση, το πιο πολύτιμο εργαλείο για την κοινωνική κινητικότητα, την απασχόληση και την ανάπτυξη στην περιοχή.

      Στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης, που ιδρύθηκε το 2009 και επανιδρύθηκε επί της ουσίας δέκα χρόνια αργότερα, οι επιστήμονες μελετούν την εξουσία και τον τρόπο που αυτή λειτουργεί, τη νομιμοποίηση, τις εκφάνσεις και τις αντιφάσεις της στο πεδίο όχι μόνο της πράξης, αλλά και του λόγου. Στα πορίσματά τους ανατρέχουμε και εμείς οι νομικοί, καθώς η διεπιστημονικότητα στην προσέγγιση του δικαίου συνιστά αναγκαία συνθήκη για να συλλάβει κανείς πλήρως το νόημά του. Ο κανόνας του δικαίου, ως διακριτό αντικείμενο γνώσης, τοποθετείται πάντα σε ένα συγκείμενο, πολιτικό και θεσμικό, που αποδεικνύεται καθοριστικό για την ερμηνεία του. Για τους θεράποντες του δικαίου και τους δικαστές, ειδικότερα, που καλούνται συχνά να επιλύσουν διαφορές σε ευαίσθητα ηθικοπολιτικά ζητήματα, η κατανόηση της σύνθετης σχέσης δικαίου και πολιτικής αποδεικνύεται κρίσιμη για τη νομική τους κατάρτιση και για την ορθή διαμόρφωση της δικαιοδοτικής τους κρίσης. Ιδίως όταν αυτή εκφέρεται στο πλαίσιο του ελέγχου της συνταγματικότητας των νόμων και με αφορμή τα ζητήματα μεγάλης πολιτικής, όπως για παράδειγμα στην εποχή μας, την περίοδο των αλλεπάλληλων κρίσεων και των επιπτώσεών τους στα δικαιώματά μας. Συχνά ανακύπτουν ερωτήματα που δεν απασχολούν μόνο τους ειδικούς, αλλά και ευρύτερα -και μάλιστα με ένταση- τη δημόσια σφαίρα, για τα ακριβή όρια του δικαστικού ελέγχου, τον δικαστικό αυτοπεριορισμό ή τον ακτιβισμό και εν γένει για το φαινόμενο της εκνομίκευσης της πολιτικής ή αντιστρόφως της πολιτικοποίησης του δικαίου. Το δίκαιο οφείλει να ελέγχει και να οριοθετεί την πολιτική, δίχως όμως να λειτουργεί υπονομευτικά για την ελευθερία του νομοθέτη. Η δημοκρατική βούληση και τα νομικά και θεσμικά αντίβαρα διατηρούν μια σχέση περιπλοκής, όχι αντίθεσης. Η Δημοκρατία και το Κράτος Δικαίου τελούν σε αδιάσπαστη ενότητα, με ιστορικό και θεωρητικό βάθος. Αυτή η θέση αρχής εμπνέει τόσο τους νομικούς που μελετούν τους κανόνες, όσο και τους πολιτικούς επιστήμονες που αφιερώνονται στην ανάλυση της ζωής των θεσμών. Ο δάσκαλός μας, ο Αριστόβουλος Μάνεσης, σημείωνε εμφατικά τη σχετική αυτονομία του δικαίου, την ανάγκη να διαφυλάσσουμε τόσο τη νομική διάσταση του κανόνα, όσο και την κριτική μας ματιά, ιδίως απέναντι στους κρατούντες, με βάση το κοινωνικό, το πολιτικό και το οικονομικό, τους βασικούς δηλαδή παράγοντες που τον επικαθορίζουν. Αυτή η δύσκολη συχνά ισορροπία, που εκκινεί από τη νομική μέθοδο και καταλήγει στο πολιτικά και κοινωνικά ευαίσθητο «διά ταύτα», είναι μια άσκηση που προϋποθέτει την ευρύτητα γνώσης και τη δυνατότητα διάκρισης του ουσιώδους.

      Κάθε φορά που βρίσκομαι στη Θράκη, αισθάνομαι την ιδιαιτερότητά της. Το μοναδικό αποτύπωμα που φέρει ως τόπος πολιτισμού και συνύπαρξης, εθνικής ανάτασης και ηθικής δύναμης. Το βάρος του τόπου που συμπυκνώνει και εκπέμπει μια συναρπαστική και διδακτική ιστορία. Το σπάνιο φυσικό κάλλος αυτής της μοναδικής γέφυρας ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση και το υψηλό της φορτίο για τον ελληνισμό. Η Θράκη υπήρξε χωνευτήρι των λαών και των πολιτισμών και σταυροδρόμι συνάντησης και ανταλλαγής ιδεών και προϊόντων. Μια επικράτεια που χαρακτηρίζεται από τους ανοικτούς της ορίζοντες και τη συμβίωση ανάμεσα σε κοινότητες διαφορετικής εθνοτικής και πολιτισμικής προέλευσης. Γνώρισε, ωστόσο, ο τόπος αυτός και σκληρές συγκρούσεις, διώξεις και καταστροφές, μέχρι να εδραιωθεί η ελληνική παρουσία και η ειρηνική ώσμωση ανάμεσα σε διαφορετικά ήθη και παραδόσεις. Η συνεχής διάδραση ανάμεσα στην ταυτότητα και την ετερότητα είναι το ανεξίτηλο στίγμα της περιοχής και συνάμα η ηθική της πυξίδα ενόψει των πολλαπλών προκλήσεων που αντιμετωπίζει.

      Η έννοια του συνόρου προσδιορίζει την ιστορία της Θράκης και των ανθρώπων της. Είναι υπαρξιακού συμβολισμού και σημασίας για την πατρίδα μας, η οποία σε μια περιοχή γεμάτη εντάσεις και αβεβαιότητες αποτελεί πυλώνα σταθερότητας και ειρήνης. Στον Έβρο, το μεταναστευτικό και προσφυγικό συνιστά μια ανοικτή δοκιμασία, τόσο για την Ελλάδα, όσο και την Ευρώπη. Η προστασία των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης αποτελεί προτεραιότητα, η οποία, όμως, πρέπει να συμβαδίζει με το χρέος μας να διασφαλίσουμε το υπέρτατο αγαθό, την ανθρώπινη ζωή.  Η χώρα μας και η Θράκη ειδικότερα έχουν αναλάβει δυσανάλογο βάρος στη διαχείριση μιας διαρκούς ανθρωπιστικής κρίσης. Αυτή δεν είναι μόνο ελληνική ή μεσογειακή υπόθεση, αλλά ενεργοποιεί την ευθύνη ολόκληρης της ευρωπαϊκής οικογένειας, η οποία με αλληλεγγύη και σε στενή συνεργασία με τρίτα κράτη πρέπει να επουλώσει την ανοικτή πληγή, μένοντας ταυτόχρονα πιστή στις θεμελιώδεις αξίες και τα ιδεώδη, τα οποία πρεσβεύει. Πρόκειται για την υπεράσπιση των κεκτημένων του νεωτερικού μας πολιτισμού. Καμία ανοχή δεν χωρεί στις απάνθρωπες πράξεις των διακινητών και την εργαλειοποίηση των ανθρώπων που αναζητούν απελπισμένα μια καλύτερη τύχη στη ζωή.

      Η Θράκη βρέθηκε επίσης στο επίκεντρο και μιας άλλης επώδυνης κρίσης του καιρού μας, της κλιματικής αλλαγής. Ο τραγικός απολογισμός των πυρκαγιών στον Έβρο, κυρίως στο δάσος της Δαδιάς, είναι το καταστροφικό και θλιβερό αποτύπωμα μιας ανθρωπογενούς κρίσης με πολύπλευρες συνέπειες στο φυσικό οικοσύστημα και την οικονομία της περιοχής. Το πλήγμα που δέχθηκαν η υλοτομία, η κτηνοτροφία, η μελισσοκομία και άλλα επαγγέλματα ήταν εξαιρετικά βαρύ και η στήριξη των ανθρώπων τους είναι επείγουσα προτεραιότητα για τη διατήρηση της κοινωνικής συνοχής της Θράκης. Τόσο με την οικονομική ενίσχυσή της, στοχευμένα και αποτελεσματικά, όσο και με την έμφαση στις δομές της περιβαλλοντικής προστασίας, ώστε να εμπεδωθεί η θεμελιώδης αρχή της πρόληψης. Ζούμε πια σε κοινωνίες υψηλής διακινδύνευσης και αυτό επιτάσσει την προσαρμογή του κρατικού μηχανισμού, καθώς και την εγρήγορση της κοινωνίας των πολιτών, όπως βέβαια και τις συνέργειες σε διακρατικό και διεθνές επίπεδο. Το μέγεθος της φυσικής καταστροφής είναι ανάλογο και της ευθύνης που μας αναλογεί. Η καλλιέργεια της περιβαλλοντικής συνείδησης και η οικολογική ευαισθησία και ετοιμότητα δεν αποτελούν απλώς μια ακόμη ατζέντα και προτεραιότητα, αλλά συγκροτούν τον πυρήνα μιας νέας πολιτικής θέσης και στάσης.

      Στη δύσκολη συγκυρία που διανύουμε, η Θράκη συνιστά ένα εργαστήριο πολιτικών και εμπειριών που μπορεί και πρέπει να μετατραπεί σε παράδειγμα προοδευτικής εξέλιξης και συμβίωσης για την υπόλοιπη Ελλάδα και την Ευρώπη. Στη μικρή της κλίμακα συμπυκνώνονται κρίσιμα ερωτήματα του καιρού μας, με καθολική εμβέλεια. Στο μεταναστευτικό και το προσφυγικό ζήτημα, στην περιβαλλοντική προστασία και στα θέματα των πολιτισμικών και θρησκευτικών ταυτοτήτων, το διακύβευμα ξεπερνά τα τοπικά και τα εθνικά σύνορα. Σε αυτή την απαιτητική συνθήκη, το πλούσιο θρακιώτικο βίωμα, το ήθος και το πνεύμα των ανθρώπων του τόπου, αυτό της απαράμιλλης αυταπάρνησης και του ξεχωριστού ακριτικού πατριωτισμού, της ειρηνικής και δημιουργικής συνύπαρξης με τη διαφορετικότητα, της βαθιά ευαίσθητης και οικολογικής επαφής με τη φύση, είναι η πιο πολύτιμη παρακαταθήκη και ελπίδα μας για το μέλλον.

      Σας ευχαριστώ».

       

      Πηγή: Προεδρία της Ελληνικής Δημοκρατίας

      Print